Επειδή η Ιστορία διδάσκει ... ο Β. Ραφαηλίδης με χιούμορ καυστικό, γράφει την Ιστορία που άλλοι κρύβουν επιμελώς ...
...Οι λαοί δεν έχουν μόνο ήρωες, έχουν και καθάρματα. Στην ιστορία ενός τόπου δεν ανήκουν μόνο οι ήρωες, ανήκουν και τα καθάρματα, που κι αυτά γράφουν ιστορία. (από την περίληψη του βιβλίου)
"Όλους τους ηλίθιους τους βγάζουμε πράκτορες εδώ, ίσως γιατί δεν πληροφορηθήκαμε ακόμα πως οι πράκτορες είναι εξόχως ευφυείς άνθρωποι."
"Η χωριατιά ήρθε να συναντήσει τη βλακεία, να την πάρει απ' το χέρι και να την οδηγήσει εκτός αιθούσης. Πολύ ελληνική ατμόσφαιρα."
"Αυτοί που σκοτώνονται για τα ιδανικά τους πίστευαν ειλικρινά στον καλύτερο κόσμο που είναι να ρθει. Δεν ήρθε. Αλλά αυτό δε μειώνει σε τίποτα ούτε την εντιμότητα τους, ούτε τις καλές τους τις προθέσεις, ούτε τον ηρωισμό τους, ούτε την ελληνικότητα τους (...) Γονατίστε με σεβασμό μπροστά σ' αυτούς τους τραγικούς ήρωες."
Ένα απόσπασμα απ' το βιβλίο :"Όλα πήγαν στραβά εξ αρχής στο κράτος που ονομάστηκε Ελλάδα, το 1830 που εμφανίστηκε η νέα Ελλάδα στον ίδιο τόπο που στην αρχαιότητα υπήρχε η Αρχαία Ελλάδα, πράγμα που δημιούργησε μύριες παρανοήσεις όσον αφορά την καταγωγή των Νεοελλήνων, που βέβαια δεν είναι ανάγκη να έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα για να είναι Έλληνες. Ούτε είναι κανείς σώνει και καλά Έλληνας γιατί έτυχε να γεννηθεί στην Ελλάδα. Η ζορισμένη γεωγραφία πολύ μικρό ρόλο παίζει στην εθνικότητα, και αυτό το γνώριζαν πολύ καλά οι Αρχαίοι Έλληνες, οι διάσπαρτοι τότε σε όλο τον γνωστό κόσμο. Άλλωστε, οι Εβραίοι που ΄μέχρι πρότινος δεν είχαν πατρίδα, δεν έπαψαν ποτέ να είναι ο πιο συνεκτικός λαός από εθνολογικής απόψεως.
«Η Ελλάδα ως κράτος», λέει ο Γεράσιμος Κακλαμάνης, «ήταν εξαρχής ο Λίβανος των Βαλκανίων». Δηλαδή ένα κράτος εθνικής σκοτοδίνης, χωρίς κανέναν φορέα εθνικής υπάρξεως. Μια απλή ματιά στα κατά καιρούς ελληνικά συντάγματα, λέει ο Κακλαμάνης είναι ικανή για να δείξει την εξ αρχής έλλεχη θεμελίων αυτού του κράτους. Το πρώτο σύνταγμα της Επιδαύρου ορίζει σαν φορέα του κράτους την θρησκεία, πράγμα που γίνεται από ανάγκη διότι αυτοί που πολέμησαν τους Τούρκους δεν είχαν τίποτα άλλο κοινό πέρα της θρησκείας, που δίκαια, συνεπώς, απόχτησε την σημασία που έχει πάντα στην ελληνική διοίκηση.
Στην παράγραφο 2 του συντάγματος της Επιδαύρου δίνεται ο ορισμός του Έλληνα: "Έλληνες είναι όσοι αυτόχθονες πιστεύουσιν εις Χριστόν".
Πιο τρελός ορισμός δεν θα μπορούσε να υπάρξει, Δηλαδή, αν κάποιος δεν πιστεύει στον Χριστό (προσοχή, το Σύνταγμα δεν λέει στον Θεό) δεν θα ήταν δυνατό να είναι Έλληνας;
Ναι, δεν θα ήταν, ούτε και σήμερα είναι εν πολλοίς δυνατό να είναι Έλληνας. Όμως, ποιος είδε ποτέ την πίστη και την μέτρησε; ρωτάει ο Κακλαμάνης με το διαβρωτικό επτανησιακό του χιούμορ.
Ποιος είναι δυνατό να ξέρει αν εγώ, για παράδειγμα, πιστεύω ή δεν πιστεύω στον Χριστό;
Κι αν εγώ δεν πιστεύω, πράγμα που είναι δικαίωμα μου, αφού η θρησκεία είναι πρόβλημα συνείδησης, τι θα απογίνω, θα με διώξουν από την Ελλάδα ως μη νομιμοποιούμενο συνταγματικώς ως έλληνα;
Ήταν η θρησκεία κριτήριο εθνικής υπάρξεως, ύστερα από τεσσάρων αιώνων συμβίωση του χριστιανισμού με μια συγγενή θρησκεία, τον μωαμεθανισμό, τον οποίο είχε αποδεχτεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της δυτικής Ελλάδας;
Τι απέγιναν οι Έλληνες, που έτυχε να είναι Μουσουλμάνοι;
Μα, θεωρήθηκαν Τούρκοι, και εκδιώχθηκαν στην Τουρκία με την ανταλλαγή πληθυσμών, που έγινε βάσει κυρίως του θρησκεύματος.
Και γιατί δυστροπούμε που θεωρούν Τούρκους τους εαυτούς τους οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης, που είναι Έλληνες μουσουλμανικού θρησκεύματος;
Το σύνταγμα της Επιδαύρου δεν είναι αυτό που λανσάρει την εξίσωση "πας χριστιανός, Έλλην" και συνεπώς "πάς μουσουλμάνος, Τούρκος";
Και το ερώτημα επικρέμαται: Γιατί το πρώτο Ελληνικό σύνταγμα της Επιδαύρου υποχρεώνεται να ορίσει την εθνικότητα μόνο βάσει ενός συνειδησιακού προβλήματος, της θρησκείας;
Μα, διότι αναγνωρίζει πως όλοι όσοι πήραν μέρος στον αγώνα κατά των Τούρκων ήταν μεν όλοι Χριστιανοί, , δεν ήταν όμως όλοι Έλληνες. Ήταν και φτωχοί Τούρκοι, και Αρβανίτες, και Βλάχοι, και Σλάβοι, και Πομάκοι, και Γύφτοι - και ότι θες."
«Η Ελλάδα ως κράτος», λέει ο Γεράσιμος Κακλαμάνης, «ήταν εξαρχής ο Λίβανος των Βαλκανίων». Δηλαδή ένα κράτος εθνικής σκοτοδίνης, χωρίς κανέναν φορέα εθνικής υπάρξεως. Μια απλή ματιά στα κατά καιρούς ελληνικά συντάγματα, λέει ο Κακλαμάνης είναι ικανή για να δείξει την εξ αρχής έλλεχη θεμελίων αυτού του κράτους. Το πρώτο σύνταγμα της Επιδαύρου ορίζει σαν φορέα του κράτους την θρησκεία, πράγμα που γίνεται από ανάγκη διότι αυτοί που πολέμησαν τους Τούρκους δεν είχαν τίποτα άλλο κοινό πέρα της θρησκείας, που δίκαια, συνεπώς, απόχτησε την σημασία που έχει πάντα στην ελληνική διοίκηση.
Στην παράγραφο 2 του συντάγματος της Επιδαύρου δίνεται ο ορισμός του Έλληνα: "Έλληνες είναι όσοι αυτόχθονες πιστεύουσιν εις Χριστόν".
Πιο τρελός ορισμός δεν θα μπορούσε να υπάρξει, Δηλαδή, αν κάποιος δεν πιστεύει στον Χριστό (προσοχή, το Σύνταγμα δεν λέει στον Θεό) δεν θα ήταν δυνατό να είναι Έλληνας;
Ναι, δεν θα ήταν, ούτε και σήμερα είναι εν πολλοίς δυνατό να είναι Έλληνας. Όμως, ποιος είδε ποτέ την πίστη και την μέτρησε; ρωτάει ο Κακλαμάνης με το διαβρωτικό επτανησιακό του χιούμορ.
Ποιος είναι δυνατό να ξέρει αν εγώ, για παράδειγμα, πιστεύω ή δεν πιστεύω στον Χριστό;
Κι αν εγώ δεν πιστεύω, πράγμα που είναι δικαίωμα μου, αφού η θρησκεία είναι πρόβλημα συνείδησης, τι θα απογίνω, θα με διώξουν από την Ελλάδα ως μη νομιμοποιούμενο συνταγματικώς ως έλληνα;
Ήταν η θρησκεία κριτήριο εθνικής υπάρξεως, ύστερα από τεσσάρων αιώνων συμβίωση του χριστιανισμού με μια συγγενή θρησκεία, τον μωαμεθανισμό, τον οποίο είχε αποδεχτεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της δυτικής Ελλάδας;
Τι απέγιναν οι Έλληνες, που έτυχε να είναι Μουσουλμάνοι;
Μα, θεωρήθηκαν Τούρκοι, και εκδιώχθηκαν στην Τουρκία με την ανταλλαγή πληθυσμών, που έγινε βάσει κυρίως του θρησκεύματος.
Και γιατί δυστροπούμε που θεωρούν Τούρκους τους εαυτούς τους οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης, που είναι Έλληνες μουσουλμανικού θρησκεύματος;
Το σύνταγμα της Επιδαύρου δεν είναι αυτό που λανσάρει την εξίσωση "πας χριστιανός, Έλλην" και συνεπώς "πάς μουσουλμάνος, Τούρκος";
Και το ερώτημα επικρέμαται: Γιατί το πρώτο Ελληνικό σύνταγμα της Επιδαύρου υποχρεώνεται να ορίσει την εθνικότητα μόνο βάσει ενός συνειδησιακού προβλήματος, της θρησκείας;
Μα, διότι αναγνωρίζει πως όλοι όσοι πήραν μέρος στον αγώνα κατά των Τούρκων ήταν μεν όλοι Χριστιανοί, , δεν ήταν όμως όλοι Έλληνες. Ήταν και φτωχοί Τούρκοι, και Αρβανίτες, και Βλάχοι, και Σλάβοι, και Πομάκοι, και Γύφτοι - και ότι θες."
Διαβάστε το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο που αφορά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας:
Η Ελλάδα είναι χώρα του ευρωπαϊκού περιθωρίου, που μόνο η γεωστρατηγική της σημασία την προφύλαξε απ’ το να γίνει αποικία, λέει ο Γεράσιμος Κακλαμάνης. Είναι τέτοια η θέση της στο χάρτη της ανατολικής Μεσογείου, που καμιά μεγάλη δύναμη δε θα μπορούσε να τη βάλει στο χέρι χωρίς να ξεσηκωθεί η άλλη. Όλες οι μεγάλες δυνάμεις θα ήθελαν να έχουν στρατιωτικές βάσεις στην Ελλάδα. Όμως, τι σόι αποικία θα μπορούσε να είναι μια φτωχή χώρα? Το πρόβλημα είναι ωστόσο αν η Ελλάδα είναι πράγματι φτωχή χώρα. Όλα δείχνουν πως το υπέδαφος είναι πλούσιο, κι όλοι όσοι σχεδίασαν μέχρι τώρα την ανάπτυξή της τη στήριξαν κυρίως στο υπέδαφος. Όμως, στο υπέδαφος φτάνεις απ’ το έδαφος και μια βιομηχανική ανάπτυξη στηριγμένη στον ορυκτό πλούτο και ενδεχομένως στα πετρέλαια θα χαλούσε την υπέροχη ελληνική φύση, που οι αποικιοκράτες θα την ήθελαν για καλοκαιρινό τους ενδιαίτημα μάλλον, παρά για να πάρουν τον πλούτο της, που προς το παρόν μπορούν και το παίρνουν από την Αφρική, που δεν προσφέρεται για διακοπές.
Για πρώτη φορά γίνεται λόγος για οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα, βασισμένη στον υπόγειο πιθανό πλούτος της, αμέσως μετά την έλευση των προσφύγων μετά τη μικρασιατική καταστροφή!! Τώρα, υπάρχουν και τα εργατικά χέρια. Το 30% των Ελλήνων αυτή την εποχή είναι πρόσφυγες – και οι πρόσφυγες πεινούν. Ο Ξενοφών Ζολώτας, νεαρός καθηγητής τότε στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ξεσπαθώνει με κείμενα γεμάτα ενθουσιασμό για τον πλούτο που έρχεται μαζί με τους πρόσφυγες, που θα χρησιμοποιηθούν σα φτηνά εργατικά χέρια. Για πρώτη φορά ο παραδοσιακός κολλυβισμός θα μετονομαστεί σε ελληνική οικονομία, και οι οικονομολόγοι, που θα αρχίσουν ν’ αποχτούν κύρος κι εδώ, θα κληθούν να εκπονήσουν, για πρώτη φορά επίσης, προγράμματα οικονομικής αναπτύξεως. Πρόκειται για μια υπόθεση που εκκρεμεί απ’ το 1923 περίπου ! Γιατί δεν πραγματοποιήθηκε αυτή η οικονομική ανάπτυξη?
Διότι μας έπεισαν, και ίσως έκαναν πολύ καλά γιατί έτσι σώθηκε τουλάχιστον η φύση της ενδοχώρας , πως το οικονομικό μας μέλλον βρίσκεται στον τουρισμό σε συνδυασμό και με τις εμπορεύσιμες αρχαιότητες, που ήταν ένας επιπρόσθετος λόγος να μη χαλάσει το ελληνικό έδαφος για χατήρι του υπεδάφους. Μ’ άλλα λόγια, από τότε μας προόριζαν για γκαρσόνια οι διορατικοί Ευρωπαίοι, που ήξεραν πως η δική τους βιομηχανική τους ανάπτυξη αργά ή γρήγορα θα κάνει επιτακτική ανάγκη τον τουρισμό για τους κρυόκωλους. Κι αν νομίζετε πως μας δέχτηκαν στην Ηνωμένη Ευρώπη για τα καλά μας μάτια ή για την εργατικότητα μας ή για την ιστορία μας, μάλλον δεν καταλάβατε τι σημαίνει γεωπολιτική για μια Ευρώπη, που ακόμα κι όταν δε σχεδιάζει μακρόχρονα την πολιτική της, ξέρει σχεδόν εξ’ ενστίκτου, υπαγορευμένου από την τεράστια πείρα, τι σημαίνει να μεριμνάς για τον εαυτό σου, πράγμα που εμείς οι Έλληνες τα γνωρίζουμε μεν όσον αφορά τους εαυτούς μας, δεν το γνωρίζουμε όμως όσον αφορά το κράτος μας. Και δεν το γνωρίζουμε, γιατί δεν αναγνωρίζουμε σα δικό μας ένα κράτος που έγινε όπως-όπως και ίσα-ίσα για να βολευτούν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής.
Από το βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη (1η έκδοση 1993) «ΙΣΤΟΡΙΑ(κωμικοτραγική) ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ» Εκδόσεις : Εικοστού πρώτου.
Βιογραφικό
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης ήταν δημοσιογράφος, συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου. Γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1934 στα Σέρβιατου νομού Κοζάνης και πέθανε στις 8 Σεπτεμβρίου 2000 στην Αθήνα. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από την Κωνσταντινούπολη, την οποία και ο ίδιος αναγνώριζε ως πατρίδα του (κυρίως διότι του άρεσε ως πόλη). Εξάλλου είχε και άλλες "πατρίδες". Κατεξοχήν, την Καστοριά στην οποία πέρασε την εφηβεία, λόγω μετάθεσης των γονέων του. Σημειωτέον, οι γονείς του ήταν αμφότεροι εκπαιδευτικοί - φιλόλογος ο πατέρας (Ανάργυρος), δασκάλα η μητέρα του (Ελένη).
Σπούδασε το 1959 κινηματογράφο στη σχολή Σταυράκου στην Αθήνα και μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε σαν βοηθός του Νίκου Κούνδουρου και του Ροβήρου Μανθούλη, ενώ το 1962 γύρισε και ο ίδιος δύο ταινίες - ντοκιμαντέρ μικρού μήκους, το Βυζαντινό μνημόσυνο και το Οι γουναράδες της Καστοριάς και η τέχνη τους. Η πρώτη του ταινία, γυρισμένη με πενιχρά και πεπαλαιωμένα μέσα, ήταν εξαιρετικά φιλόδοξη, αλλά ο ίδιος την απέρριψε αμέσως ως αισθητικά απαράδεκτη και έκτοτε αδιαφόρησε παντελώς για την τύχη της παρότι βραβεύτηκε αργότερα από διεθνές φεστιβάλ.
Το 1963 αποφασίζει να εγκαταλείψει την προοπτική του επαγγελματία σκηνοθέτη για να γίνει επαγγελματίας κριτικός κινηματογράφου. Αρχικά εργάστηκε σ' αυτό το πόστο σε έντυπα της αριστεράς στην οποία ιδεολογικά ανήκε, αρχικά την Επιθεώρηση Τέχνης και αργότερα στην Δημοκρατική Αλλαγή. Στη συνέχεια εξέδωσε το περιοδικό Ελληνικός Κινηματογράφος το οποίο έκλεισε η Χούντα για να το επανεκδόσει στη συνέχεια με τον τίτλο Σύγχρονος Κινηματογράφος.
Με τη μεταπολίτευση εργάστηκε σε διάφορες εφημερίδες όπως Το Βήμα (1974 - 1983), Έθνος (1983 - 1998) και Ελευθεροτυπία (1998 ως το θάνατό του το 2000), μη περιοριζόμενος στην κριτική κινηματογράφου, αλλά γράφοντας σχόλια και επιφυλλίδες που άπτονταν ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών θεμάτων.
Επίσης παρέδιδε σεμινάρια και δίδαξε κινηματογράφο στη Σχολή Σταυράκου, στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, στο Ινστιτούτο Γκαίτε και αλλού. Επίσης εργάστηκε και σε ραδιοφωνικό σταθμό σε εκπομπές διαλόγου. Στη διάρκεια της δικτατορίας βασανίστηκε και εκτοπίστηκε στις φυλακές της Αίγινας. Υπήρξε συνειδητοποιημένος μαρξιστής-κομμουνιστής και μέσα από κάποια βιβλία του ανέλυσε τη μαρξιστική και κομμουνιστική θεωρία με τρόπο απλό αλλά όχι απλουστευτικό. Πέθανε σε ηλικία 66 ετών από καρκίνο και κηδεύτηκε στην Πάτρα. Κατοικούσε στα Εξάρχεια.
Δείτε και εδώ
Δείτε και εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου